
53. Ἀμφιετοῦς
(θυμίαμα, πάντα πλην λιβάνου)
ѳυμίαμα πάντα πλὴν λιβάνου καὶ σπένδε γάλα
Ἀμφιετῆ καλέω Βάκχον, χѳόνιον Διόνυσον,
ἐγρόμενον κούραις ἅμα νύμφαις εὐπλοκάμοιςιν
ὃς παρὰ Περσεφόνης ἱεροῖσι δόμοισιν ἰαύων
κοιμίζει τριετῆρα χρόνον, Βακχήιον ἁγνόν.
αὐτὸς δ' ἡνίκα τὸν τριετῆ πάλι κῶμον ἐγείρηι,
εἰς ὕμνον τρέπεται σὺν ἐυζώνοισι τιѳήναις
εὐνάζων κινῶν τε χρόνους ἐνὶ κυκλάσιν ὥραις.
ἀλλά, μάκαρ, χλοόκαρπε, κερασφόρε, κάρπιμε Βάκχε,
βαῖν' ἐπὶ πάνѳειον τελετὴν γανόωντι προσώπωι
εὐιέροις καρποῖσι τελεσσιγόνοισι βρυάζων.
Τον Βάκχον προσκαλώ τον ετήσιον (τον μονοετή), τον γήινον Διόνυσον που αγρυπνεί
μαζί με τις παρθένες νύμφες, πού έχουν ωραίους πλοκάμους πού διανυκτερεύει πλησίον
στα ιερά δώματα της Περσεφόνης και αποκοιμίζει τον τριετή αγνόν Βακχικόν χρόνον. Ο
ίδιος πάλιν όταν σηκώνη την τριετή (πού γίνεται κάθε τρία έτη) εορταστικήν πανήγυριν
στρέφεται σε ύμνους μαζί με τις καλλίζωνες συντρόφισσες του, πού διασκεδάζει και
κάνει χορούς σε ώρες κυκλικές (πού επανέρχονται τακτικά).
Αλλά ώ μακάριε, πού παράγεις χλωρούς καρπούς και φέρεις (φορείς) κέρατα, ώ
καρποφόρε Βάκχε, έλα εις την κοινήν όλων των θεών τελετήν με αστραφτερό πρόσωπο
υπερηφανευόμενος για τους ιερούς καρπούς, πού είναι τελείως ωριμασμένοι.
ѳυμίαμα πάντα πλὴν λιβάνου καὶ σπένδε γάλα
Ἀμφιετῆ καλέω Βάκχον, χѳόνιον Διόνυσον,
ἐγρόμενον κούραις ἅμα νύμφαις εὐπλοκάμοιςιν
ὃς παρὰ Περσεφόνης ἱεροῖσι δόμοισιν ἰαύων
κοιμίζει τριετῆρα χρόνον, Βακχήιον ἁγνόν.
αὐτὸς δ' ἡνίκα τὸν τριετῆ πάλι κῶμον ἐγείρηι,
εἰς ὕμνον τρέπεται σὺν ἐυζώνοισι τιѳήναις
εὐνάζων κινῶν τε χρόνους ἐνὶ κυκλάσιν ὥραις.
ἀλλά, μάκαρ, χλοόκαρπε, κερασφόρε, κάρπιμε Βάκχε,
βαῖν' ἐπὶ πάνѳειον τελετὴν γανόωντι προσώπωι
εὐιέροις καρποῖσι τελεσσιγόνοισι βρυάζων.
Τον Βάκχον προσκαλώ τον ετήσιον (τον μονοετή), τον γήινον Διόνυσον που αγρυπνεί
μαζί με τις παρθένες νύμφες, πού έχουν ωραίους πλοκάμους πού διανυκτερεύει πλησίον
στα ιερά δώματα της Περσεφόνης και αποκοιμίζει τον τριετή αγνόν Βακχικόν χρόνον. Ο
ίδιος πάλιν όταν σηκώνη την τριετή (πού γίνεται κάθε τρία έτη) εορταστικήν πανήγυριν
στρέφεται σε ύμνους μαζί με τις καλλίζωνες συντρόφισσες του, πού διασκεδάζει και
κάνει χορούς σε ώρες κυκλικές (πού επανέρχονται τακτικά).
Αλλά ώ μακάριε, πού παράγεις χλωρούς καρπούς και φέρεις (φορείς) κέρατα, ώ
καρποφόρε Βάκχε, έλα εις την κοινήν όλων των θεών τελετήν με αστραφτερό πρόσωπο
υπερηφανευόμενος για τους ιερούς καρπούς, πού είναι τελείως ωριμασμένοι.
0 comments:
Post a Comment